- ῥυεῖσα
- ῥέωflowaor part pass fem nom/voc sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
ῥυείσας — ῥυείσᾱς , ῥέω flow aor part pass fem acc pl ῥυείσᾱς , ῥέω flow aor part pass fem gen sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
φλεύω — Α φλέγω, καίω. [ΕΤΥΜΟΛ. Το ρ. φλεύω, το οποίο απαντά μόνο «εν συνθέσει» (πρβλ. περι φλεύω / περι φλύω) έχει προέλθει από τ. *φλέFω, με αντιπροσώπευση τού F στη φωνηεντική του μορφή ως υ , και ανάγεται στην απαθή βαθμίδα τής ΙΕ ρίζας *bhl ew… … Dictionary of Greek